lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομήγυρη στα τσεχική

Λέξη:
ομήγυρη (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (15):
kongregace, nástup, sbor, sběh, schůze, schůzka, sebrat, setkání, shromáždit, shromáždění, sněm, soustředění, spojení, sraz, zasedání
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ομήγυρη, ομήγυρη λεξικο, η ομήγυρη, ομήγυρη στα τσεχική, kongregace στα ελληνικά
ομήγυρη στα τσεχική