lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σέβομαι στα τσεχική

Λέξη:
σέβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
ctít, dbát, hodnotit, ocenit, odhad, odhadnout, odhadovat, respektovat, uctít, uctívat, usoudit, vážnost, zhodnotit, úcta
Σχετικές λέξεις:
τσεχική σέβομαι, σέβομαι τους νεκρούς και όταν ακόμη είναι ζωντανοί, σέβομαι τον εαυτό μου, σέβομαι τη διαφορετικότητα, σέβομαι συνώνυμα, σέβομαι στα αρχαία, σέβομαι στα τσεχική, ctít στα ελληνικά
σέβομαι στα τσεχική