lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συννεφιασμένος στα τσεχική

Λέξη:
συννεφιασμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (16):
chmurný, kalný, matný, mlhavý, mlhovitý, mračný, nejasný, oblačný, pochmurný, pomatený, pošmourný, zakalený, zamračený, zasmušilý, zmatený, šerý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική συννεφιασμένος, συννεφιασμένος στα τσεχική, chmurný στα ελληνικά
συννεφιασμένος στα τσεχική