lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δέντρο στα φινλανδικά

Λέξη:
δέντρο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
metsikkö, puu, puuaine
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δέντρο, δέντρο των φιλιών, δέντρο στο μπαρ, δέντρο που χάνει τα φύλλα του το χειμώνα, δέντρο που έδινε, δέντρο παυλώνια, δέντρο στα φινλανδικά, metsikkö στα ελληνικά
δέντρο στα φινλανδικά