lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλλιεργώ στα φινλανδικά

Λέξη:
καλλιεργώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
korottaa, nostaa, pystyttää, viljellä, kasvaa, kasvattaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά καλλιεργώ, καλλιεργώ φράουλες, καλλιεργώ φασολάκια, καλλιεργώ συνώνυμα, καλλιεργώ σπανάκι, καλλιεργώ πατάτες, καλλιεργώ στα φινλανδικά, korottaa στα ελληνικά
καλλιεργώ στα φινλανδικά