lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλλιεργώ στα πολωνική

Λέξη:
καλλιεργώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
hodować, kultywować, uprawiać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική καλλιεργώ, καλλιεργώ φράουλες, καλλιεργώ φασολάκια, καλλιεργώ συνώνυμα, καλλιεργώ σπανάκι, καλλιεργώ πατάτες, καλλιεργώ στα πολωνική, hodować στα ελληνικά
καλλιεργώ στα πολωνική