lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προχωρώ στα φινλανδικά

Λέξη:
προχωρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
edistää, lykätä, työntää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά προχωρώ, προχωρώ συνώνυμο, προχωρώ συνώνυμα, προχωρώ αγγλικά, προχωρώ στα φινλανδικά, edistää στα ελληνικά
προχωρώ στα φινλανδικά