lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ύφεση στα φινλανδικά

Λέξη:
ύφεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
laskeuma, masennus, alakuloisuus, kuin, lamakausi
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ύφεση, ύφεση συνώνυμο, ύφεση στην οικονομία, ύφεση στην ελλάδα, ύφεση ορισμός, ύφεση μουσική, ύφεση στα φινλανδικά, laskeuma στα ελληνικά
ύφεση στα φινλανδικά