lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: χλωμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ashen, ashy, blank, ghastly, lunar, pale, paled, pallid, sallow, wan, white
χλωμός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
bledý, sinalý
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
blass, bleich, fahl
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bleg, gusten
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
macilento, pálido
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anémique, blafard, blême, hâve, pâle
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pallido, scialbo, terreo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
blek, gusten
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бледен, бледный, мертвенно-бледный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blek
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бледны
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kahvatu
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hallava, kalmankalpea, kalpea
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
fakó, halvány, sápadt
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
descolorido, descorado, macilento, pálido
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
pal
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безкровний, блідий, борошнистий, вогник, водяний, восковий, запалити, запалювати, засвітити, зблідлий, крейдяний, легкий, місячний, невиразний, нудьгуючий, освітити, паштет, пиріжок, попелястий, посинілий, рідкий, світлий, світло, стомлений, тьмяний, тістоподібний, хворий, хворіти
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
blady

Σχετικές λέξεις

χλωμόσ κέρκυρα, χλωμός ή χλωμός, χλωμός κέρκυρας, χλωμός χλομός, χλωμός συνώνυμο