υποκύπτω στα αγγλικά υποκύπτω στα τσεχική υποκύπτω στα γερμανικά υποκύπτω στα ισπανικά υποκύπτω στα γαλλικά υποκύπτω στα νορβηγικά υποκύπτω στα ρωσικά υποκύπτω στα σουηδικά υποκύπτω στα πορτογαλικά υποκύπτω στα πολωνική
παράρτημα στα ουγγρική διοικώ στα ουκρανικά στρατηγός στα τσεχική μοιράζω στα αγγλικά υπόσχεση στα νορβηγικά
υπόσχεση λυκοπούλων στρατηγός δερματολόγος συνώνυμο μοιράζω παράρτημα ανακοινώσεων συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (σοχ)» δικαιολογητικά διοικώ μετάφραση