σαλιάζω στα αγγλικά σαλιάζω στα τσεχική σαλιάζω στα γερμανικά σαλιάζω στα γαλλικά σαλιάζω στα ιταλικά σαλιάζω στα νορβηγικά σαλιάζω στα ρωσικά σαλιάζω στα φινλανδικά σαλιάζω στα ουγγρική σαλιάζω στα πορτογαλικά σαλιάζω στα πολωνική
αναπληρωτής στα τσεχική αντικείμενο στα λιθουανική διάσημος στα αγγλικά πλεξούδα στα αγγλικά μάρμαρο στα λευκορωσίας
πλεξούδα καταρράκτης με δύο σκέλη διάσημος τραγουδιστής έγκλειστος σε ψυχιατρική κλινική αναπληρωτής υπουργός οικονομικών αντικείμενο εταιρείας μάρμαρο τήνου