lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάφω στα αγγλικά

Λέξη:
βάφω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (6):
colour, decorate, depict, limn, paint, picture
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά βάφω, βάφω το σπίτι μου, βάφω το σπίτι, βάφω παλιά έπιπλα, βάφω μόνος μου το σπίτι, βάφω μόνος μου, βάφω στα αγγλικά, colour στα ελληνικά
βάφω στα αγγλικά