διαρρηγνύω στα γερμανικά διαρρηγνύω στα ισπανικά διαρρηγνύω στα γαλλικά διαρρηγνύω στα λευκορωσίας διαρρηγνύω στα ουγγρική διαρρηγνύω στα ουκρανικά διαρρηγνύω στα πολωνική
αποτυχία στα ουγγρική παράβαση στα ισπανικά πικάντικος στα λευκορωσίας αργά στα λευκορωσίας θεολόγος στα ρωσικά
θεολόγος στρατηγός αργά συνώνυμα παράβαση καθήκοντος δικαστικού επιμελητή αποτυχία εξωσωματικής πικάντικος κιμάς