lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διφορούμενος στα αγγλικά

Λέξη:
διφορούμενος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (16):
abstract, abstruse, ambiguous, diffuse, diffused, dim, indefinite, indescribable, indistinct, inexplicit, nonpayer, obscure, unclear, vague, vaguest, wishy-washy
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά διφορούμενος, διφορούμενος συνώνυμο, διφορούμενος συνώνυμα, διφορούμενος αγγλικα, διφορούμενος in english, διφορούμενος στα αγγλικά, abstract στα ελληνικά
διφορούμενος στα αγγλικά