lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: συγκλίνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coincide, combine, concur, converge, rally, rundown
συγκλίνω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kolidovat, sběhnout, shromáždit
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eingehen, einlaufen, schrumpfen, zusammenfallen, zusammentreffen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
krympe
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
coincidir, concurrir, confluir, converger, encoger, encontrarse
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
converger, coïncider, dégringoler, rejoindre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
coincidere
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flykte, krympa, møte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сбегать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krympa, sammanfalla
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
supeta
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
coincidir
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zbiegać

Σχετικές λέξεις

συγκρίνω συνώνυμα, συγκρίνω μετάφραση, συγκρίνω συνώνυμο, συγκλίνω ορισμός, συγκρίνω αγγλικά