lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κούραση στα αγγλικά

Λέξη:
κούραση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (10):
apply, fatigue, hardship, pain, sweat, toil, trouble, languor, lassitude, weariness
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά κούραση, κούραση συνώνυμα, κούραση στην εγκυμοσύνη, κούραση στα πόδια, κούραση στα μάτια, κούραση ματιών, κούραση στα αγγλικά, apply στα ελληνικά
κούραση στα αγγλικά