lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αρσενικό

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
arsenic
αρσενικό
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
arsen, arsenik
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
arsenik
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arsénico
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
arsenic
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
arsenico
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
arsenikk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мышьяк
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
arsenik
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
арсен
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
arseen
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
arsen
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
arzén
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
arsenas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arsénico
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
arzén
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
arsen, arszenik

Σχετικές λέξεις

αρσενικό και παλιά δαντέλα, αρσενικό και παλιά δαντέλα παλλας, αρσενικό νάξου, αρσενικό οξύ, αρσενικό βυρσοδεψείο, αρσενικό ελάφι, αρσενικό και παλιά δαντέλα θεατρο, αρσενικό και παλιά δαντέλα υποθεση, αρσενικό στο νερό, αρσενικό δηλητήριο