lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: επιδείνωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aggravation, decline, degradation, deterioration
επιδείνωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
zhoršení, zostření, ztížení
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verschlechtern, verschlechterung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
forvirring
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agravación, deterioración, deterioro, empeoramiento, mengua, peoría
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aggravation, exacerbation, exaspération, recrudescence
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
alterazione, peggioramento
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forverring
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ухудшение
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försämring
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
пагаршэнне, пагоршванне
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
elkeseredés, súlyosbítás
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
detrimento
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
zhoršenie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
деградація, загострення, занепад, погіршання, погіршення, посилення, розбещування
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pogorszenie

Σχετικές λέξεις

επιδείνωση καιρού, επιδείνωση του καιρού, επιδείνωση συνώνυμα, επιδείνωση ετυμολογία, επιδείνωση english, επιδείνωση βικιλεξικο, ομοιοπαθητική επιδείνωση, θεραπευτική επιδείνωση