lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ανακαλύπτω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
detect, discover, find, make, reveal, support, uncover, unhide, unveil
ανακαλύπτω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
najít, objevit, objevovat, odhalit, odhalovat, odkrýt, odkrývat, prozradit, sehnat, vypátrat, zjevit, zjistit, zpozorovat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abdecken, aufdecken, aufschließen, entdecken, enthüllen, finden
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
afsløre, finne, opdage, rede
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
atinar, desabrigar, descubrir, destapar, revelar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
déballer, décapoter, décapuchonner, déceler, découvrir, défourrer, défretter, dégoter, dégotter, dénicher, dévoiler, inventer, repérer, révéler
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
palesare, rivelare, scoperchiare, scoprire, scovare, svelare
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avdekke, avsløre, blotta, finne, oppdage, rede, yppa, åpenbare
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обнаруживать, открывать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blotta, finne, upptäcka, yppa
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjej
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
адкрываць, пачынаць, распачынаць
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ilmaista, keksiä, paljastaa
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
otkriti
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
felfedez
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
atinar, descobrir, destapar, desvendar, revelar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вести, викривати, викрити, виявити, виявляти, виявлятися, виявіть, водити, відкривати, відкрийте, відкрийтеся, відкрити, відмінити, відімкніть, знайти, знаходити, знищте, зруйнувати, керувати, керівництво, повести, привести, призвести, призводити, провести, проводити, розгорнути, розгорніться, розгортати, розкривати, розкрити, розплющити, розплющувати, руйнувати, свинець, свинцева, свинцевий, спрямовувати, спрямувати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
odkrywać, odkryć

Σχετικές λέξεις

ανακαλύπτω τις μηχανές, ανακαλύπτω τη φύση, ανακαλύπτω τις μηχανές download, ανακαλύπτω τα μαθηματικά, ανακαλύπτω την επιστήμη, ανακαλύπτω συνώνυμα, ανακαλύπτω την τεχνολογία, ανακαλύπτω συνώνυμο, ανακαλύπτω τισ μηχανέσ λογισμικό, ανακαλύπτω την τεχνολογία εκδόσεισ ερευνητέσ