lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: βόλεϊ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ball, retina, volley-ball, volleyball
βόλεϊ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
sítnice
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
netzhaut, volleyball, volleyballspiel, völlerei
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
volleyball
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
balonvolea, retina, voleibol
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rétine, volley-ball
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pallavolo, retina
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
волейбол, сетчатка
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
волейбол
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
võrkkest, võrkpall
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odbojka
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
ideghártya, recehártya, röplabda
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
tinklainė, tinklinis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
retina, voleibol
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сітківка, сітчатка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
siatkówka

Σχετικές λέξεις

βόλεϊ δωματίου, βόλεϊ γυναικών, βόλεϊ ανδρών, βόλεϊ γυναικών α1, βόλεϊ γυναικών βαθμολογία, βόλεϊ βαθμολογία, βόλεϊ a1 γυναικών, βόλεϊ δωματίου στιχοι, βόλεϊ α2 γυναικών, βόλεϊ γυναικών ολυμπιακοσ - αεκ