lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνεση στα γαλλικά

Λέξη:
άνεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (17):
aisance, aise, bić, commodité, confort, consolation, convenance, désinvolture, facilité, inconfort, latitude, liberté, réconfort, sans-gêne, standing, suggestibilité, être
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, θέατρο άνεσις, επική άνεση, ακουστική άνεση, άνεση στα γαλλικά, aisance στα ελληνικά
άνεση στα γαλλικά