lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνεση στα πορτογαλικά

Λέξη:
άνεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
conforto, consolação, consolo, desenfado, facilidade, liberdade
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, θέατρο άνεσις, επική άνεση, ακουστική άνεση, άνεση στα πορτογαλικά, conforto στα ελληνικά
άνεση στα πορτογαλικά