lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έμπορος στα γαλλικά

Λέξη:
έμπορος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (24):
acheteur, brocanteur, commerçant, commerçante, débitant, fripier, grainier, maquignon, marchand, maroquinier, mercanti, négociant, négrier, pailleur, poissonnier, poulailler, quincaillier, soldeur, tapissier, trafiquant, traitant, vendeur, volailler, écailler
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά έμπορος, έμποροσ ετυμολογία, έμποροσ ανθρωπίνων οργάνων, έμπορος της βενετίας υπόθεση, έμπορος της βενετίας κριτική, έμπορος της βενετίας, έμπορος στα γαλλικά, acheteur στα ελληνικά
έμπορος στα γαλλικά