lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έμπορος στα πορτογαλικά

Λέξη:
έμπορος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
comerciante, negociante, revendedor, traficante, tratante, cliente, comprador, freguês
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά έμπορος, έμποροσ ετυμολογία, έμποροσ ανθρωπίνων οργάνων, έμπορος της βενετίας υπόθεση, έμπορος της βενετίας κριτική, έμπορος της βενετίας, έμπορος στα πορτογαλικά, comerciante στα ελληνικά
έμπορος στα πορτογαλικά