ασκητικός στα αγγλικά ασκητικός στα τσεχική ασκητικός στα γερμανικά ασκητικός στα δανική ασκητικός στα ισπανικά ασκητικός στα νορβηγικά ασκητικός στα ρωσικά ασκητικός στα σουηδικά ασκητικός στα λευκορωσίας ασκητικός στα φινλανδικά ασκητικός στα πορτογαλικά ασκητικός στα σλοβακική ασκητικός στα ουκρανικά ασκητικός στα πολωνική
ξένος στα ρωσικά σώμα στα σλοβενική άφθονος στα δανική επιτροπή στα ρωσικά μπέικον στα ουκρανικά