lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βλαβερός στα γαλλικά

Λέξη:
βλαβερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (12):
contraire, dommageable, délétère, malfaisant, malin, malsain, nocif, nuisible, néfaste, pernicieux, pestilent, préjudiciable
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά βλαβερός, βλαβερός συνώνυμο, βλαβερός συνώνυμα, βλαβερός στα γαλλικά, contraire στα ελληνικά
βλαβερός στα γαλλικά