lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδρύω στα γαλλικά

Λέξη:
ιδρύω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (15):
admettre, constituer, créer, foncer, fonder, imbriquer, installer, instaurer, justifier, mettre, motiver, parier, édifier, ériger, établir
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ιδρύω, ιδρύω συνώνυμα, ιδρύω συνωνυμα, ιδρύω παρακείμενος, ιδρύω αρχαια παρακειμενος, ιδρύω αρχαια κλιση, ιδρύω στα γαλλικά, admettre στα ελληνικά
ιδρύω στα γαλλικά