καταχρώμαι στα αγγλικά καταχρώμαι στα τσεχική καταχρώμαι στα γερμανικά καταχρώμαι στα ισπανικά καταχρώμαι στα ρωσικά καταχρώμαι στα πολωνική
τρέχω στα σουηδικά σύζυγος στα νορβηγικά λιώνω στα τσεχική συλλέκτης στα αγγλικά συμφωνία στα ρωσικά
σύζυγος γερμενή συλλέκτης σκόνης λιώνω ή λειώνω παρέχω κλίση συμφωνία του μονάχου