lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπήγω στα γαλλικά

Λέξη:
μπήγω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (12):
ancrer, bousculer, clouer, cogner, crosser, enfonce, enfoncer, ficher, impulser, planter, pousser, solliciter
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά μπήγω, μπήγω στα γαλλικά, ancrer στα ελληνικά
μπήγω στα γαλλικά