lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπήγω στα πορτογαλικά

Λέξη:
μπήγω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
empurrar, impedir, impelir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μπήγω, μπήγω στα πορτογαλικά, empurrar στα ελληνικά
μπήγω στα πορτογαλικά