lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπήγω στα τσεχική

Λέξη:
μπήγω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (21):
hodit, klepat, pobízet, postrkovat, posunovat, strkat, strčit, tlačit, tlouci, vbodnout, vniknout, vrazit, vrážet, vystrčit, vytlačit, zakotvit, zarazit, zasadit, zatloukat, šinout, šoupat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική μπήγω, μπήγω στα τσεχική, hodit στα ελληνικά
μπήγω στα τσεχική