lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπήγω στα ρωσικά

Λέξη:
μπήγω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
подталкивать, толкать, вбивать, вколачивать, вонзать, врезать, забивать, заколачивать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά μπήγω, μπήγω στα ρωσικά, подталкивать στα ελληνικά
μπήγω στα ρωσικά