παράνοια στα αγγλικά παράνοια στα τσεχική παράνοια στα γερμανικά παράνοια στα δανική παράνοια στα ισπανικά παράνοια στα ιταλικά παράνοια στα νορβηγικά παράνοια στα ρωσικά παράνοια στα σουηδικά παράνοια στα λευκορωσίας παράνοια στα ουκρανικά παράνοια στα πολωνική
ακολασία στα ουκρανικά επιβεβαιώνω στα ρωσικά υλικός στα δανική απαραίτητος στα ισπανικά γονατίζω στα δανική
επιβεβαιώνω αντωνυμο γονατίζω για να βάλω δύναμη να σηκωθώ υλικός τομέας ακολασία ετυμολογία απαραιτητος συνώνυμα