lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στιλβώνω στα γαλλικά

Λέξη:
στιλβώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (16):
aligner, astiquer, brunir, calandrer, cirer, doucir, débrutir, fourbir, limer, lisser, lustrer, peigner, planer, polir, poncer, raboter
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά στιλβώνω, στιλβώνω στα γαλλικά, aligner στα ελληνικά
στιλβώνω στα γαλλικά