lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντικαθιστώ στα γερμανικά

Λέξη:
αντικαθιστώ (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
abändern, austauschen, einspringen, eintauschen, ersetzen, substituieren, tauschen, vertauschen, vertreten, verändern, wechseln, ändern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αντικαθιστώ, αντικαθιστώ υποκαθιστώ, αντικαθιστώ συνώνυμο, αντικαθιστώ μετάφραση, αντικαθιστώ με, αντικαθιστώ κλιση, αντικαθιστώ στα γερμανικά, abändern στα ελληνικά
αντικαθιστώ στα γερμανικά