lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποζημιώνω στα γερμανικά

Λέξη:
αποζημιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
belohnen, entgelten, entschädigen, ersetzen, erstatten, kompensieren, vergelten, wiedergutmachen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά αποζημιώνω, αποζημιώνω στα γερμανικά, belohnen στα ελληνικά
αποζημιώνω στα γερμανικά