lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ατονία στα γερμανικά

Λέξη:
ατονία (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
ohnmacht, schwäche, schwachheit, unvermögen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ατονία, ατονία υπνηλία, ατονία της μήτρας και αιμορραγία μετά τον τοκετό, ατονία στην εγκυμοσύνη, ατονία στα πόδια, ατονία μυών, ατονία στα γερμανικά, ohnmacht στα ελληνικά
ατονία στα γερμανικά