lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενστικτώδης στα γερμανικά

Λέξη:
ενστικτώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
instinktiv, instinktmäßig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ενστικτώδης, ενστικτώδης στα γερμανικά, instinktiv στα ελληνικά
ενστικτώδης στα γερμανικά