lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενστικτώδης στα ουκρανικά

Λέξη:
ενστικτώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ενστικτώδης, ενστικτώδης στα ουκρανικά, інстинктивний στα ελληνικά
ενστικτώδης στα ουκρανικά