lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενστικτώδης στα νορβηγικά

Λέξη:
ενστικτώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (2):
instinktiv, ubevisst
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ενστικτώδης, ενστικτώδης στα νορβηγικά, instinktiv στα ελληνικά
ενστικτώδης στα νορβηγικά