lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θρεπτικός στα γερμανικά

Λέξη:
θρεπτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
nahrhaft, kräftig, nahrhaften, substantiell
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά θρεπτικός, θρεπτικός στα γερμανικά, nahrhaft στα ελληνικά
θρεπτικός στα γερμανικά