θρεπτικός στα αγγλικά θρεπτικός στα τσεχική θρεπτικός στα γερμανικά θρεπτικός στα δανική θρεπτικός στα ισπανικά θρεπτικός στα γαλλικά θρεπτικός στα ιταλικά θρεπτικός στα νορβηγικά θρεπτικός στα ρωσικά θρεπτικός στα σουηδικά θρεπτικός στα λευκορωσίας θρεπτικός στα ουκρανικά θρεπτικός στα πολωνική θρεπτικός στα ουγγρική
μειώνω στα νορβηγικά διάλειμμα στα γερμανικά φέρνω στα ουκρανικά εξέδρα στα ισπανικά κτηνώδης στα φινλανδικά