lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπορώ στα γερμανικά

Λέξη:
μπορώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
können, vermögen, verstanden, verstehen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μπορώ, μπορώ σκαι, μπορώ πια και μονος να ζω, μπορώ πειραιώς, μπορώ να μείνω έγκυος όταν έχω περίοδο, μπορώ να επεκτείνω το χώρο στο usb stick μου, μπορώ στα γερμανικά, können στα ελληνικά
μπορώ στα γερμανικά