lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπορώ στα ρωσικά

Λέξη:
μπορώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
мочь, суметь
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά μπορώ, μπορώ σκαι, μπορώ πια και μονος να ζω, μπορώ πειραιώς, μπορώ να μείνω έγκυος όταν έχω περίοδο, μπορώ να επεκτείνω το χώρο στο usb stick μου, μπορώ στα ρωσικά, мочь στα ελληνικά
μπορώ στα ρωσικά