lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπορώ στα φινλανδικά

Λέξη:
μπορώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
pystyä, jaksaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά μπορώ, μπορώ σκαι, μπορώ πια και μονος να ζω, μπορώ πειραιώς, μπορώ να μείνω έγκυος όταν έχω περίοδο, μπορώ να επεκτείνω το χώρο στο usb stick μου, μπορώ στα φινλανδικά, pystyä στα ελληνικά
μπορώ στα φινλανδικά