lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομαλός στα γερμανικά

Λέξη:
ομαλός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
regelmäßig, regelrecht, regulär, wohlgeformt, gewöhnlich, normal, korrekt, richtig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ομαλός, ομαλός πίνακας, ομαλός λειχήνας του στόματος, ομαλός λειχήνας πέους, ομαλός λειχήνας θεραπεία, ομαλός λειχήνας δέρματος, ομαλός στα γερμανικά, regelmäßig στα ελληνικά
ομαλός στα γερμανικά