lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομαλός στα βουλγαρικά

Λέξη:
ομαλός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
верен, правилен
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά ομαλός, ομαλός πίνακας, ομαλός λειχήνας του στόματος, ομαλός λειχήνας πέους, ομαλός λειχήνας θεραπεία, ομαλός λειχήνας δέρματος, ομαλός στα βουλγαρικά, верен στα ελληνικά
ομαλός στα βουλγαρικά