lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ομαλός στα δανική

Λέξη:
ομαλός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
fast, regelmæssig, regulær, normal, korrekt, ret, rigtig
Σχετικές λέξεις:
δανική ομαλός, ομαλός πίνακας, ομαλός λειχήνας του στόματος, ομαλός λειχήνας πέους, ομαλός λειχήνας θεραπεία, ομαλός λειχήνας δέρματος, ομαλός στα δανική, fast στα ελληνικά
ομαλός στα δανική