lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: βέλος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
arrow, bolt, dart, point-duly, pointer
βέλος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
střela, šipka, šíp
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pfeil, richtungspfeil
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
pil
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dardo, flecha, saeta
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dard, flèche, fléchette, sagittaire
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dardo, freccia, saetta, strale
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pil
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стрела, стрелка
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pil
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стрела
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
страла, стрэлка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
nool
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nuoli
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
strelica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
nyíl, nyílvessző
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
rodyklė, strėlė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dardo, flecha, seta
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вал, вручати, вручити, держак, древко, жаба, комиш, конюшина, передати, подати, покажчик, показник, півень, рука, ручний, синус, спіраль, стріла, стрілка, індекс, індикатор
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
strzała, strzałka

Σχετικές λέξεις

βέλος ιι (αντιτορπιλικό), βέλος κάμψης, βέλος κάμψης προβόλου, βέλοσ του χρόνου, βέλος στα αγγλικά, βέλοσ κορινθίασ, βέλος ονειροκρίτης, βέλος παππάς, βέλος ευβοίας, βέλος πλούταρχος στίχοι