lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνέταιρος στα γερμανικά

Λέξη:
συνέταιρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
ehegatte, ehegattin, gefährte, gemahlin, gesellschafter, helfer, helfershelfer, kompagnon, komplize, partner, teilhaber
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά συνέταιρος, συνέταιρος ή συνεταίρος, ζητείται συνέταιρος, συνέταιρος στα γερμανικά, ehegatte στα ελληνικά
συνέταιρος στα γερμανικά